Δευτέρα, Νοεμβρίου 17, 2008

Αυτή είναι η μόνη πραγματική φωτογραφία, όπως ακριβώς την αποθανάτισα, ένα απόγευμα πέρυσι το καλοκαίρι, από το μπαλκόνι του δωματίου μου 
Αυτή είναι η φωτογραφία, όταν μετά από μια μεγάλη πυρκαγιά πέρυσι στην Εύβοια, φυσούσε άνεμος κ έφερε όλο το μαύρο καπνό στην Αθήνα. Την  σκούρυνα λίγο, όμως πραγματικά από μόνη της ήταν σχεδόν απόκοσμη
Σήμερα 1η πραγματική μέρα του Φθινοπώρου
ξαναβρήκα τις παλιές μου φωτογραφίες από τον Αττικό ουρανό, φωτογραφίες που είχα βγάλει πέρυσι κ πρόπερσι από το παλιό μου σπίτι. Τις πείραξα λίγο, έτσι κ αλλιώς ο Αττικός ουρανός, δεν είναι πια τόσο γαλανός όσο πριν από 20 χρόνια, έτσι όπως τον θυμάμαι, κ τους άλλαξα το χρώμα, δίνοντας μια απόχρωση εξωπραγματική.
Έχει πλάκα, δεν ξέρω αν στα αλήθεια θα μου άρεσε να δω τον ουρανό έτσι πράσινο, αλλά αυτές είναι μονο φωτογραφίες "πειραγμένες"
Η διάθεση μου είναι καλή, έχει μια μικρή δόση θλίψης, αντίστοιχης του καιρού κ της ημέρας.
Ήμουν 12 χρονών , όταν συνέβη το μοιραίο της 17 Νοέμβρη, μέρα αιώνια για την νεότερη ελληνική ιστορία.
Τελευταία φορά που κατέβηκα στην πορεία, ήταν το 82, ίσως δε θυμάμαι καλά, με τον αδελφό μου τον μεγάλο κ έναν πρώην φίλο μας. Μεγάλη πορεία που κατέληξε σε μακελειό, ποδοπατήθηκαν άνθρωποι, σφαίρες χτυπήσανε κάποιους άλλους, χάθηκα με τον αδελφό μου, κ έκανα το λάθος να τρέξω προς Σόλωνος, κοντά στα Εξάρχεια, όταν με μαζέψανε  κ με σάπισαν στο ξύλο.
Ξέφυγα όπως όπως, μπαίνοντας μέσα στο Πεδίο του Άρεως, που γνώριζα πολύ καλά, κρύφτηκα μέσα στα δένδρα κ σαν πληγωμενο ζώο, κρατούσα την αναπνοή μου, για να μην με βρούν. Μετά από ώρες, γύρισα σπίτι, η μάνα μου εκλαιγε ο αδελφός μου είχε προλάβει να γυρίσει πιο νωρίς κ γω με τα σημάδια της βαρβαρότητας, προσπαθούσα να κρύψω τι μου είχε συμβεί. Είπα διάφορα ψέμματα, για να μην φρικάρει η μάνα μου κ μόνο το βράδυ, όταν εκείνη ξάπλωσε, μιλήσα στον Γιώργο κ του είπα δείχνοντας του τι είχε συμβεί.
Η επόμενη μέρα ήταν πιο δύσκολη, γιατί έπρεπε να πάω στην σχολή κ καθώς περνούσα από μπάτσους, ανατρίχιαζα από τον θυμό που είχα μέσα μου.
Από εκείνη την φορά δεν ξανακατέβηκα στη πορεία, χρόνο με τον χρόνο, άλλαζε, γινόταν πιο πολύ σε εμποροπανήγυρι, χάνοντας την πρωταρχική της σημασία αυτή η ημέρα, για ποιόν σκοπό είχε γίνει, κομματοποιήθηκε, ο καθένας την κράτησε για τον εαυτό του, κ όλοι γίνανε ξαφνικά θύματα της βαρβαρότητας εκείνης της εποχής.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ της φωνές των ανθρώπων που βασανιζόντουσαν στην τότε Σχολή Ευελπίδων-τώρα πια είναι τα Δικαστήρια-, που οι φωνές τους ακουγόντουσαν μέχρι το σπίτι της θείας μου που έμενε εκεί κοντά.
Δε θα ξεχάσω ποτέ την είκονα της μάνας μου, τότε στην επαρχεία που ζούσαμε, που με την δική της αντίσταση σε ότι συνέβαινε, έβγαζε τα ηχεία του πικ απ, έξω στο μπαλκονι κ ακουγόνταν ο Θεωδωράκης μέχρι το σχολείο που ήταν απέναντι.
Δε θα ξεχάσω την μάνα μου που ήταν κατ'οικόν περιορισμό από την Αστυνομία για πάνω από ένα χρόνο εκεί που ζουσαμε κ όμως ποτέ δεν έβαλε το κεφάλι κάτω, αλλά συνέχιζε με το δικό της τρόπο, να αντιστέκεται με κίνδυνο την ζωή της.
Κ θα την ευχαριστώ για πάντα, για ότι μας δίδαξε περί ελευθερίας, στα δύσκολά εκείνα χρόνια.
Ήμουν 12 χρονών, τότε, τώρα είμαι 46 κ βλέπω πως ότι κ να συμβαίνει, όπως κ να είναι τα πράγματα, ο καθένας σκύβει το κεφάλι για να μην χάσει την βολεψιά του.
Κ δεν μιλάω για κομματικά, δν με ενδιαφέρει αυτή η αξία, μιλάω για την αξιοπρέπεια που έχει πουληθεί από όλους μας, για ένα δάνειο, για ένα αυτοκίνητο, ένα κινητό, μια ματαιόδοξη αξία που τελικά δεν έχει να μας δώσει τίποτε παραπάνω από μια στιγμιαία απόλαυση.
Κ έτσι συμπαιρένω, ότι αυτή που δώσαν την ζωή τους τότε, εκείνο τον καιρό, εκείνη την Άγια Νύχτα, όλα πήγαν στον βρόντο.
Κ πως κάποιοι από αυτούς που ήταν μέσα, γρήγορα ξέχασαν τον σκοπό τους κ βολεύτηκαν στην Νέα Τάξη Των Πραγμάτων.
Είμαι 46, κ βλέπω όλα αυτά κ με θλίβουν.
Αλλά δεν αποκοιμήθηκα, με τον τρόπο μου αντιστέκομαι κ εύχομαι να το κάνουν κ άλλοι.