Παρασκευή, Μαΐου 23, 2008

Λίγο πριν μας αφήσει η Άνοιξη κ έρθη το πολυπόθητο καλοκαίρι

Πήγα στην Μύκονο, για δουλειά Είχα να πάω 10 χρόνια κ είχε αλλάξει πολύ, αυτό που μου έκανε εντύπωσει ήταν η ακριβειά της κ αυτό που μου έκανε περισσότερη εντύπωση ήταν με τι ευκολία χαλούσε ο έλληνας "τουρίστας" τα λεφτά του εκεί. Η βραδυνή διασκέδαση, βαρέτη, όλα τα μαγαζιά την ίδια μουσική, πριονοκορδέλα τους φωνάζω όλους αυτούς τους "ντιτζει", αλλά κ πολλά μπουζουκοσκυλάδικα ακούσα, σε μαγαζιά που σε άλλες εποχές παίζαν κάτι καλύτερο. Δεν το γυρίσα το νησί, δεν είχα πολύ χρόνο, αλλά κ διάθεση, δεν έχω μεταφορικό μέσο κ αυτό το κάνει πολύ δύσκολο. Πήγα στην Κάπαρη, αγαπημένη μου παραλία από τα παλιά. Λίγος κόσμος, χωρίς ομπρέλες, χωρίς μαγαζί με εκοφαντική μουσική, μόνο η θαλασσα κ που κ που κάποιο καίκι, να σπάει αυτήν την γλυκειά μονοτονία. Η θάλασσα, πάγος, αλλά την χάρηκα, πήγα με τα ποδιά από την χώρα, σε ένα νησί που αμφιβάλλω αν περπατάει κανείς ακόμα, όλο μηχανές , μηχανάκια, αυτοκίνητα, λεωφορεία, σκάφη, τζετ σκι. Φάνηκε παράξενο στους φίλους μου όταν τους είπα ότι πήγα κ ήρθα με τα ποδιά -πάνω κάτω πρέπει να είναι 7 χιλιόμετρα-. Πρωτοπήγα στην Μύκονο όταν ήμουν 18 χρονών-1980-, τότε που το νησί ήταν "αποικία" των διασήμων όλου του κόσμου, τότε που φαινόταν φυσικό να περπατας στον δρόμο κ να συμβαζίζεις με την Μαριία Κάλλας, την Σοφία Λώρεν, τον Ντέιβιντ Μπαουί κ άλλους πολλούς. Έμενα στην Παράγκα, την χειρότερη παραλία του νησιού, γιατί είχε φύκια, πέτρες κ αχινούς. Τότε ήταν ερημική, μια μικρή ταβέρνα κ δύο μικρά δωμάτια που νοίκιαζε, ο Μπαρμπα-Γιώργης αν θυμάμαι καλά. Στο ένα δωμάτιο έμενα εγώ στο άλλο ένας Μεξικάνος-ο Πεντρο-. Από την ώρα που ξύπναγε έπινε τεκίλα, ήπια κ γω μια φορά κ είδα τον κόσμο ανάποδα. Δεν γυρισα πολλά μέρη, όσα μπορούσα να περπατησω, γιατί το νησί είναι δύσκολο στο περπάτημα, έχει πολλές ανηφοριές, κατσάβραχα, δύσβατα μέρη. Ήταν όμως ένας μικρός πάραδεισος, το λιμάνι δεν υπήρχε κ ερχόταν η μαούνα να σε πάρει, όπως τότε στα Κουφονήσια, πρίν φτειαχτεί το λιμάνι, στην μέση της θάλασσας, εξυπακούεται ότι δεν είχε σχεδόν καθόλου αυτοκίνητα. Τι ωραία τότε! Ξαναπήγα, με την σχολή μου ένα χρόνο μέτα κ τότε ακόμα δεν υπήρχε το λιμάνι, αλλά το έφτειαχναν, από την στιγμή που φτειάχτηκε το λιμάνι, όλα αλλάξαν, ακόμα κ οι ίδιοι οι Μυκονιάτες αλλάξαν. Ξαναγύρισα το 1986 για να δουλέψω Οι αλλάγες πολλές, τρόμαξα να την γνωρίσω. Τα πάντα ακριβά, κόσμος πολύς, αλλά όχι ο κόσμος που είχα δει την πρώτη φορά, κάπως πιο άξεστος, το ίδιο κ οι περισσότεροι μυκονιάτες, το απότομο χρήμα τους ζάλισε, τους θόλωσε. Θυμάμαι όταν ξαναπήγα στην Παραγκά, δειλά δειλά άρχισε να έχη περισσότερο κόσμο, χάθηκε η μαγειά της μοναξιάς, της απομόνωσης. Έχω καλές κ κακες αναμνήσεις από εκείνο το καλόκαίρι. Ξαναπήγα το 1998 για να δουλέψω Η μύκονος είχε γίνει μια μεγαλούπολή, προάστια , μικρά χωριά, έθιμα, κόσμος, House, αυτοκίνητα, μηχανάκια, πολλή φασαρία, πουθένα ησυχία, ούτε στην Κάπαρη, ούτε στην Παράγκα, που τώρα πια είχε όλη από άκρη σε άκρη η παραλία , εστιατόρια, μπαρ, κάπινγκ, ξενοδοχειά, φασαρία, δυνατή μουσική κ πουθενά ησυχία. Τώρα πια η Μύκονος είναι ένα μεγάλο σουπέρ μάρκετ, όπου όλα συμβαίνουν αλλά τίποτε δεν γίνεται, πάροτι το νησί έχει μαγικά μέρη, αμμουδιές ονειρικές κ κάτι στον "αέρα" της που την κάνει διαφορέτικη, η φύση της που είναι αλλόκοτη, σαύρες σας Ινγκουάνα, έχασε για πάντα αυτό το πρωτόγνωρο που αντίκρυσα τότε την πρώτη φορά, τότε το 1980.

Πέμπτη, Μαΐου 08, 2008

Μια φίλη από τα παλιά

Από χθες είμαι άνεργος
Πάλι τρέξιμο,  νέα δουλειά. 
Μέσα στα τελευταία 4 χρόνια, έχω αλλάξει πολλές δουλειές, ίσως να φταίω κ γω σε αυτό, αλλά το τελευταίο ήταν από το πουθενά σαν γροθιά στο στομάχι, τέλος πάντων, δεν χάνω το κουράγιο μου, μετά από το ξαφνικό τλφ μιας πολύς καλής μου φίλης που μου είπε ότι την Μ. Τρίτη πέθανε ο πατέρας της.
Δεν το γνώριζα πολύ καλά, τον είχα γνωρίσει όταν μέναμε κ οι 2 στον Βύρωνα, κ ήμασταν γειτόνια -έτσι λέω όσους μένουμε στην ίδια περιοχή κ ας μας χωρίζουν ολόκληρα τετράγωνα κ δρόμοι-, πέθανε ξαφνικά από κάτι που μόνο εκείνος γνώριζε το πόσο σοβαρό ήταν.
Το τηλεφώνημα της, με επανέφερε στην κανονική πραγματικότητα, με έβγαλε από την μονόπλευρα μου, γιατί έτσι σκεφτόμουν, μόνο από το δικό μου συμβάν. 
Μιλήσαμε πολύ ώρα κ νομίζω όπως κ εκείνη έτσι κ γω, "ξεκουραστήκαμε" από τα βάσανα μας, οι φωνές μας ηρέμησαν κ πιο πολύ η δική της που τλφ για παρηγοριά. 
Μου τηλεφώνησε λίγα λεπτά πριν κοιμηθώ, δεν είχα κλείσει το κινητό μου ακόμη, όταν χτύπησε το τλφ κ μια θλιμμένη φωνή μου είπε "κοιμάσαι?" κ είπα "έτοιμος είμαι. Συμβαίνει κάτι?", στην αρχή δεν μου έλεγε κάτι συγκεκριμένο κ της είπα να μιλήσουμε αύριο, πριν κλείσει το τλφ μου πέταξε "πέθανε ο πατέρας μου" κ έκλεισε το τλφ.
Άνοιξα την ατζέντα μου κ βρήκα το νούμερο του σπιτιού της, στο διάολο κ ο ύπνος, ούτως ή άλλως θα κοιμόμουν έτσι από ανία, από συνήθεια επειδή δεν έχω κάτι άλλο να κάνω, σχημάτισα τα νούμερα κ της μίλησα, "πότε? που?" ήμουν όλο ερωτήσεις, μετά συνειδητοποίησα πως Μ. Πέμπτη είδα τον πατέρα μου στον ύπνο, περίεργο, το μόνο που ήξερα για τον μπαμπά της ήταν ότι ήταν από τον ίδιο νομό, έπειτα θυμήθηκα ότι μου ήρθε στο νου σαν σκέψη το απόγευμα "τι να κάνει αυτό το κορίτσι".
Τελικά τα πνεύματα μας συναντήθηκαν
Πόσο στεναχωρήθηκα, γιατί δεν είναι μόνο αυτό, αλλά από πίσω κρύβεται μια μεγάλη τραγωδία που θα την βασανίζει για πολύ καιρό ακόμα.
Δύσκολη που είναι η ζωή 
όταν δεν έχεις να την μοιραστής....

Δευτέρα, Μαΐου 05, 2008

La JeTee by Chris Marker

La JeTee/Η Πτώση 
Chris Marker/Κρις Μαρκερ
Το πρώτο είδα στο σπίτι του Ηρακλή - dj bwana - το 17 . ο1 . 1997, στην γιορτή μου Το έργο αυτό ήταν η κινηματογραφική αποκάλυψη,η μύηση.
Η σύλληψη με τις φωτογραφίες "εν κίνηση", σαν να διαβάζεις περιοδικό, ένα Φωτορομάντζο, μια ιστορία παιγνιδιού στο παρελθόν, παρών κ μέλλον, μια ιστορία αγάπης.
Γυρίστηκε το 1962, σημαδιακό??
Έχω γεννηθεί το 1962 Η μουσική, ταξίδι ανάμεσα στους αιώνες , μας μεταφέρουν στο ζοφερό Παρίσι μετά από ξαφνική ισοπέδωσή του στο γλυκό χαμόγελου, εκείνης που στο πρόσωπο της ξεκινά κ τελειώνει το έργο. 15 μέρες μετά, εκείνη την εποχή παιζόταν το "12 monkeys/12 πίθηκοι" του Terry Guilliam/Τερυ Γκιλλιαμ, το οποίο στηρίχθηκε ως βάση μερικά κομμάτια από το "La Jetee/Η Πτώση", δημιουργώντας ένα καινούργιο έργο, μια καινούργια ιστορία Πολύ ωραίο, πιο καινούργιο, δίνοντάς του μια φυσική συνέχεια στο άλλο του έργο "Brazil/ Μπραζιλ". Ένα χρόνο αργότερα, πα΄λι στην γιορτή μου - 17 . ο1 . 1998 -, συνέθεσα ένα κομμάτι που το ονόμασα "Gamaricote", μια λέξη που δεν σημαίνει τίποτε κ που την είχα ονειρευτεί την προηγουμένη νύχτα, στο όνειρο μου. Καθώς έγραφα το κομμάτι, μου ήρθε στο νου το "La Jetee αλλά κ το 12 Monkeys", η όλη σύνθεση στηρίχθηκε σε αυτά τα 2 έργα, με μεγαλύτερη έμφαση στο "La Jetee", κ αυτό γιατί μου είχε αποτυπωθεί πιο έντονα, ίσως το ότι είναι ασπρόμαυρο, ίσως γιατί οι ηθοποιοί δεν έχουν τόσο μεγάλη σημασία στο έργο, όσο η ίδια η ιστορία που διαδραματίζεται. Η ομάδα ΚΙΝΕ σε συνεργασία του Ηρακλή, έκανα μια προβολή αφιέρωμα στο " La Jetee", το καλοκαίρι του 2003, παρουσιάζοντας την ταινία στις εκδόσεις Αγγλικής κ Γαλλικής κόπιας, υπήρξε βιβλίο που δίνονταν στην προβολή με την ζωή του Chris Marker/Κρις Μάρκερ, στην τελευταία σελίδα του βιβλίου υπήρχε cd, με 2 κομμάτια γραμμένα κ εμπνεσμένα στο " La Jetee", από τους DJ Bwana ως Narcopeptic > The Pier κ το "Gamaricote" A@H2O. Το CD υπάρχει, μπορείτε να το αποκτήσετε γράφοντας στο μαιλ > muzak7@gmail.com Το παραπάνω cd, έγινε αποκλειστικά από εμάς τους 2, ανεξάρτητη παραγωγή. Τα κομμάτια είναι ηχογραφημένα σε Homme Studio, εννοώντας τα δικά μας σπίτια κ μαζί με το cd υπάρχει ένθετο πληροφοριών σχετικά με τα κομμάτια. Το 2οο6, δημιούργησα ένα φωτορομάντζο, βασισμένο στο έργο κ χρησιμοποίησα το "Gamaricote" , παίζοντας με διάφορες εικόνες από φωτογραφίες μου, αλλά με γνώμονα τις φωτογραφίες έφτιαξα μια ιστορία 2 ανθρώπων κ το πως βλέπουν εκείνοι τον κόσμο τους.
Κ για να μήν "ευγολάμε συνέχεια τα γένια μας", ψάχνοντας βρήκα αυτό εδώ, έργο βασισμένο στο "La Jetee", από Γάλλους φοιτητές, το "Amour, a homage to "La Jetee" Αρκετά πιο κοντά στο έργο του Chris Marker
Άλλο ένα

Παρασκευή, Μαΐου 02, 2008

ΧΡΩΜΑ ΧΡΩΜΑ

Άλλαξα το χρώμα, το μαύρο με ψυχοπλακώνει.
Όταν ήμουν  μικρός, φορούσα γκρίζο, πράσινο, σάπιο μήλο-ήταν της μόδας την δεκαετία του 70, αυτό το χρώμα-,κάποιες φορές κόκκινο, Μπορντό
Στην δεκαετία του 80 φορούσα μαύρα, βαθύ πράσινο, σκούρο μπλε, ήταν κ η μουσική τόσο μηδενιστική που το μαύρο αντιπροσώπευε όλη την κατάσταση.
Όταν μπήκε η δεκαετία του 90, ερωτεύθηκα σφόδρα μια αιθέρια ύπαρξη κ εγκατέλειψα για πάντα την σκοτεινιά του μαύρου χρώματος, ερωτεύθηκα τα χρώματα που μου θύμιζαν την παιδική -εφηβική μου ζωή. 
Θυμάμαι όταν πέθανε ο πατέρας μου, η μάνα μου τότε 35αρα, φορούσε μαύρα, κ το γλυκό της πρόσωπο χανόταν στην σκοτεινιά. Δεν θυμάμαι πότε σταμάτησε να τα φοράει, χάρηκα όταν ξανάρχισε να φοράει χρώματα, ήταν πάνω στο άνθος της ηλικίας της.
Από την δεκαετία του 90 κ μέχρι σήμερα πολύ σπάνια φοράω κάτι μαύρο πάνω μου, κ αν κάποιες φορές φοράω, βάζω πάνω του μια κονκάρδα ή κάτι που να σπάει αυτήν την μονοτονία.
Αυτό που είναι παράξενο, είναι πως ηλιόλουστη χώρα όπως η Ελλάδα κ όμως οι περισσότεροι φίλοι μου, αλλά κ άγνωστοι φοράνε με άνεση τα μαύρα, σαν να τους δίνει το κύρος που τους λείπει, ενώ τόσο δεμένοι θα ήταν με το φως που μας κατέχει αν φορούσαν κάποια χρώματα πάνω τους που θα τους ζωντάνευαν, θα τους δίναν ζωή κ λάμψη.
Όμως οι περισσότεροι ντρέπονται να τα φορέσουν, μήπως κ τους κράξουν, μήπως κ τους πουν "αδελφές", δεν σκέφτονται πως ούτως ή άλλως με την ζωή που κάνουν το κρυφοκράξιμο το τρώνε.
Από την άλλη σκέφτομαι πως όσο πιο απλή κάνουμε την ζωή μας τόσο καλύτερα είναι, "ποιος δίνει σημασία στα ρούχα πια, τα χρώματα θα σκεφτόμαστε".
Βλέπεις πως οι πιο "εναλλακτικές" φυλές ντύνονται με χρώματα κ καθόλου δεν τους νοιάζει τι θα πουν οι γύρω.
Εγώ πάντως τους γύρω καθόλου δεν τους λογαριάζω, αλίμονο, αν άκουγα τι κ πως από τον καθένα, θα είχα αυτοκτονήσει Αυτός ήταν κ ο συνεχής τσακωμός με την μάνα μου, την ένοιαζε τόσο πολύ το τι θα πει ο κόσμος, δεν έχει καταλάβει πως, όπως κ να είσαι κ ο καλύτερος άνθρωπος να είσαι, κ ποτέ σου να μην έχεις δώσει αφορμή, ο κόσμος πάντα βρίσκει κάτι να πει, γιατί τέτοιος λαός είμαστε, μας αρέσει να κουτσομπολεύουμε τους άλλους, για να δείξουμε την δήθεν δικιά μας ανωτερότητα σε σχέση με αυτούς.
Πριν από 5 χρόνια σχετιζόμουν με έναν άνδρα που είχε το κακό συνήθειο να "μιλάει" για τους πάντες κ τα πάντα που έβλεπε στον δρόμο. Μια μέρα τσακωθήκαμε άσχημα, του είπα πως ο καθένας είναι ελεύθερος να φοράει ότι θέλει κ να είναι όπως του αρέσει, ούτως ή άλλως όλα είναι υποκειμενικά, τίποτα δεν είναι ένα, υπάρχουν τόσες πολλές διαφορετικές αλήθειες , οσεςείναι κ οι φυλές εδώ πάνω.
Την δεκαετία του 70 κ 80, ίσως οι πιο παλιοί διαφορετικοί σε ύφος θα θυμούνται πόσο δακτυλοδεικτούμενος ήταν κάποιος που φορούσε σκουλαρική κ αναλόγως σε ποιο αυτί κ τι δήθεν συμβόλιζε το καθένα, αν κάπνιζες στριφτά τσιγάρα ήσουν οπωσδήποτε ναρκομανής, αν είχες μακρυά μαλλιά ήσουν βρομιάρης, αν είχες τατουάζ είχες πάει φυλακή, κλπ κλπ κ αυτά τα ίδια συνεχίστηκαν κ στην δεκαετία του 80, με έξαρση λόγω του πανκ, όπου πηγαίναμε για φαγητό νεκρική σιγή, μας διώχνανε, μας πηγαίναν στα κρατητήρια η αστυνομία κ μας πλάκωναν στο ξύλο, μόνο κ μόνο επειδή τους ενοχλούσε η εμφάνιση. Αυτά του είπα όταν τσακωθήκαμε κ του εξήγησα πόσο άνετος νιώθω που από τα μέσα της δεκαετίας του 90 όλα αυτά αλλάξαν, όχι βεβαία παντού, αλλά στα περισσότερα. 
"Κράτα την γνώμη σου για την πάρτη σου" κ από τότε δεν ξαναμίλησε για άλλους μπροστά μου.
Σε γενικές γραμμές δεν μπορώ την μικρότητα των άλλων, ας νιώσουμε ελεύθεροι, ποίος είμαι εγώ που θα καταδικάσω τον καθένα πως θα ντύνεται κ τι θα φοράει.
Ιδίως όταν ακούω κάποιους "ρατσιστές" που λένε ότι οι  ευτραφείς δεν πρέπει να πηγαίνουν για κολύμπι γιατί δεν αντέχουν να βλέπουν τους πατσάδες να κρέμονται
Τι κοινωνικός ρατσισμός είναι αυτός, πως μας έχουν καταντήσει έτσι, μας έχουν ποτίσει με τα πρότυπα που πρέπει να έχουμε, να είμαστε, να γίνουμε.
Τους βαριέμαι όλους αυτούς, όλους.
Άλλαξα το χρώμα από μαύρο σε βαθύ μπλε, το βαθύ της θάλλασας, το χρώμα που αγάπησα στα κύματα του Λιβυκού Πελάγους, στα βουβά κύματα της Γαύδου, στο βαθύ χρώμα του Ουρανού λίγο πριν βραδιάση ή λίγο πρίν ξημερώση. Είναι το χρώμα του Νερού που τόσο αγάπαω.